Κείμενα

Ανδρέας Νικολάου: Μια Εισαγωγή

Andrew Lambirth


Σ' αυτή την εντυπωσιακή καινούργια σειρά έργων από τον ταλαντούχο νέο Κύπριο ζωγράφο Ανδρέα Νικολάου, ο θεατής ελκύεται αμέσως από την υποτονική παρουσία, την σκοτεινή (και πιθανότατα μελαγχολική) ποιότητα της διάχυτής τους ατμόσφαιρας. Μυστικισμός ή μυστήριο, αρχαίο ή μοντέρνο; Προσεγγίζουμε το έργο του Νικολάου για κάθαρση ή για ανάταση πνεύματος; Μήπως είναι απλά πίνακες νυκτός; 'Η μήπως αναφέρονται στην σκοτεινή νύχτα της ψυχής; 'Όπως λέει και o ποιητής, η σκοτεινιά πέφτει απ' τον αέρα, στα γυμνά και μαύρα όνειρα. Οι πίνακες αυτοί επιβεβαιώνουν τον πρωταρχικό ρόλο της φαντασίας σε σχέση με τον ανιαρό και άνευ εμπνεύσεως ρεαλισμό τόσης μοντέρνας τέχνης.

'Ενα από τα πρώτα πράγματα που εντυπωσιάζουν τον προσεκτικό θεατή είναι η ιεροτελεστικές χειρονομίες των χαρακτήρων του Νικολάου. Οι χειρονομίες τους --η όλη τους στάση-- είναι εσκεμμένα μη φυσικές ή ενστικτώδεις• επιτηδευμένες και δραματικές, ίσως και συμβολικές, υπερβαίνουν την πραγματικότητα όπως η ποιητική μεταφορά την καθημερινότητα του πεζού λόγου. Παρ’ όλα αυτά, οι πόζες αυτές είναι χωρίς αμφιβολία εικονογραφικά οικείες. `Όπως Θα αναρωτιόταν και o Robert Hughes, μήπως αυτές οι πόζες είναι ποιητικές στιγμές ανθρωπίνων χειρονομιών ή μήπως είναι διδακτικές στάσεις; Μήπως έχουν ως σκοπό την μετάδοση κάποιου αφηγηματικού νοήματος ή ηθικού διδάγματος, ή μήπως είναι ενδεικτικές κάποιας ανέκφραστης κατάστασης εσωτερικής ύπαρξης; 'Ίσως λίγο κι από τα δύο.

Ας πάρουμε συγκεκριμένα παραδείγματα: Οι μικροί πίνακες, ζωγραφισμένοι με λαδομπογιά σε χαρτόνι εναλλάσσουν την στιλπνή και ματ επιφάνεια. Ο Νικολάου χειρίζεται ένα εξεζητημένα φάσμα εντυπώσεων, πιο γνωστό μας από το αμυδρό κιαροσκούρο των Μεγάλων Μαστόρων παρά από το δυνατό φως και τα απλά παιχνιδιάρικα χρώματα της μοντέρνας τεχνολογίας_ Σε μια παραλλαγή ή μελέτη της Αποκαθήλωσης ΙΙΙ, ο τονισμός είναι κυρίως μπλέ-γκρίζος, πιο δροσερός από τον πίνακα για τον οποίο προοριζόταν, παρόλο το ροζέ κοκκινωπό υπόστρωμα. Οι σαρκώδεις αποχρώσεις της φιγούρας είναι επίσης πιο χλωμές —λευκές αντί ροζ, γενικά πιο αιθέριες. Οι επιφανειακές δράση της πινελιάς, πάντα ενδιαφέρουσα στη δουλειά του Νικολάου, τονίζεται από τον καλλιτέχνη χαράζοντας την μπογιά (πιθανώτατα από την ανάποδη πλευρά του πινέλου) δημιουργώντας μια ποικιλία μορφών, ακόμα και μερικών λέξεων. (Εκτός από μία διαπερασμένη καρδιά, ξεχωρίζουν οι λέξεις Έρωτας και Για. Τι είδους τυχαίο ή διαγραμμένο γραφίτι της καρδιάς είναι αυτό;)

Στο έργο "Ερωτας" μας παρουσιάζεται ένα σενάριο που μοιάζει με τον Πήτερ Παν, πριν από το προπατορικό αμάρτημα, να βλέπει εξ αποστάσεως την Γουέντη. Υπάρχει κάτι κατά βάση παγανιστικό σ ' αυτούς τους πίνακες, αν και υπάρχει επίσης μια ηχώ της Βικτωριανή ζωγραφική του παραμυθιού. Όντως, είναι μια απεικόνιση τον Έρωτα με τα βέλη του πόθου (αν και εδώ είναι περισσότερο μια αχτίδα φωτός), αλλά Θα μπορούσε να ήταν μια εναλλακτική σκηνή: μια επίσκεψη από τον Ερμή, τον μαντατοφόρο των Θεών, ή μια άλλη μορφή εγκόσμιου ευαγγελισμού. Οι φιγούρες θυμίζουν μια σθεναρή διασταύρωση μεταξύ του ακροβατικού και των κολασμένων στην Κόλαση. ( 'Όπως για παράδειγμα στην Τελευταία Παρουσία του Μιχαηλάγγελο.

Αυτές οι πολλαπλές ιστορικές αναφορές εμπλουτίζουν την απήχηση των πινάκων, η οποία είναι εσκεμμένα θολή για να επαυξήσει την ασάφεια. Το ζωγράφισμα των φιγούρων είναι λεπτά μουντζουρωμένο αντί ξεκάθαρα διαγραμμένο, καθώς υπάρχει επίσης και επιπρόσθετο μουντζούρωμα της επιφάνειας σε άλλα σημεία. Αυτός ο πίνακας, με τα υπερισχύοντα κοκκινο¬πορφυρά και τα θεμελιακά ηλιοτροπίου και ματζέντα, έχει ένα ολοκληρωτικά Θερμότερο τονισμό από την προαναφερόμενη εικόνα καθώς οι σαρκικοί τόνοι λάμπουν πιο κίτρινα. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι οι φιγούρες είναι ο στόχος του φωτός (πιο συγκεκριμένα της φωταψίας) αλλά όχι η πηγή του.

Ο Νικολάου εσκεμμένα χρησιμοποιεί τις τεχνικές των Μεγάλων Μαστόρων, αλλά ενσωματώνει στη μέθοδο του την σκιαγράφηση της ερμηνείας, την υποβλητικότητα, που τόσο αγαπήθηκε τον εικοστό αιώνα. Αν γυρεύαμε σημεία αναφοράς-και δεν αναφέρω αυτούς τους καλλιτέχνες για λόγους σύγκρισης θα σκεφτόμασταν τον Rouault και τον δάσκαλό του τον Gustave Moreau. (Ο τελευταίος συνιστούσε την Ομορφιά της Αδράνειας και την Ανάγκη του Πλούτου, αρχές που βρίσκουν απήχηση στη δουλειά του Νικολάου.) Θα μπορούσαμε επίσης να αναφερθούμε στον Fuseli και στο συμβολικό σύμπαν του William Blake ίσως ακόμα και του Odilon Redon.

Ένας τρίτος πίνακας είναι μια άμεση αναφορά στην Pieta, στην οποία η Παρθένος κρατάει το σταυρωμένο σώμα του Χριστού στα γόνατά της ενώ θρηνεί. Παρ’ όλα αυτά, ο ξεκάθαρα κοσμικός τίτλος τον πίνακα παραπέμπει τον Θεατή σε άλλη κατεύθυνση. Εδώ έχουμε μια επανερμηνεία της ερωτικής πολιτικής, με τον άντρα να γέρνει στα γόνατα της γυναίκας, μιμούμενος ενός παιδιού στα γόνατα της μάνας. Εδώ όμως το αντρικό σώμα κρατιέται ελαφριά το χέρι της γυναίκας είναι ανεπαρκώς τεντωμένο λες και τον αφήνει να γλιστρήσει, σαν να τον θέλει να πέσει. Και όντως, φαίνεται να νιώθει ότι πέφτει καθώς το χέρι τον απλώνεται για να στηριχτεί στο πάτωμα. (Μια κυριολεκτική αναπαράσταση της Πτώσης τον Ανθρώπου ίσως;)

Πόσο Θρησκευτικοί - με τη χριστιανική έννοια - υποτίθεται ότι είναι αυτοί οι πίνακες; Το χαρακτηριστικό στασίδι που εμφανίζεται ως υποστήριγμα σε διάφορους πίνακες προέρχεται από την Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία και είναι σχεδιασμένο ούτως ώστε να παρέχει στήριξη στον πιστό είτε αυτός κάθεται είτε στέκεται κατά τη διάρκεια των μακρών λειτουργιών. Αναμφίβολα το στασίδι αυτό θεωρείται από τον καλλιτέχνη ως αναγνωρίσιμο, αλλιώς δεν Θα είχε λόγο να το χρησιμοποιήσει. Σκεφτείτε επίσης τους τίτλους των έργων. Μερικοί είναι ουδέτεροι - έντεκα αριθμούνται ως Γυμνά, υπάρχουν δύο Ζευγάρια, ένα Φίλος κ.ο.κ.- μερικά όμως αναφέρονται στη βιβλική αφήγηση. Ανάμεσα τους υπάρχουν τέσσερις Αποκαθηλώσεις, μία Σταύρωση, και ένας 'Άγιος Σεβαστιανός. 'Άλλα είναι παρμένα από τον κλασσικό κόσμο - Νάρκισσος, 'Ερωτα, και Τοξότης - που υποδηλώνει ένα πιο ευρύ δίκτυο αναφορών και νοημάτων. 0 Νικολάου είναι ένας ύστερος Συμβολιστής, που χρησιμοποιεί και κλασσικά και χριστιανικά μοτίβα για να επεξηγήσει τα σύνθετά του νοήματα.

Το Ζευγάρι ΙΙ, όπου οι φιγούρες είναι φωταγωγημένες και στο κέντρο του πίνακα, είναι, όπως πολλοί άλλοι πίνακες στην παρούσα έκθεση, μια πολύ απλή αλλά συγχρόνως έντονα εστιασμένη σύνθεση. H μπογιά ελεύθερα και ζωντανά απλωμένη, το φόντο πρόχειρα ανακατωμένο σε κόκκινο και γκριζο-μπλέ, τα χρώματα λεπτά και γοργά επιστρωμένα. Είναι μια ζωγραφική που χειρονομεί, με πινελιές και ρέουσα μπογιά, με στάξιμο και σαρωτικές στρώσεις υγρού χρώματος όλα ίσα ορατά, η μπογιά ακόμα λεπτή, αλλά με βαριά υφή. Οι ανταύγειες στις φιγούρες απλώνονται με πλατιές πινελιές σε άσπρο ή κίτρινο, με ένα πειστικό αίσθημα της σφριγηλότητας του σώματος, όσο σχηματικά Κι αν είναι ζωγραφισμένο. Το σκοτάδι γεμίζεται με εκπληκτικές κλιμακώσεις, όπως η μοντέρνα πόλη σπάνια είναι απόλυτα σκοτεινή. Οι φιγούρες ακτινοβολούν μέσα σ' αυτό το πλαίσιο.

Πέρα από την σκοτεινιά αυτών των πινάκων, αυτό που συνεχίζει να ξεχωρίζει είναι η ακρότητα της πόζας που επιβάλλει ο Νικολάου στα dramatis personae του. Για ποιο λόγο όμως; πες και έχει ορκιστεί να μην ζωγραφίσει φιγούρα σε φυσική στάση. Μήπως είναι μία προσπάθεια σηματοδότησης ή μία πλάγια μεταφορά για την ανθρώπινη μοίρα. Σπρώχνοντας την στάση της φιγούρας πέρα από το συνηθισμένο, ο καλλιτέχνης προωθείται προς κάτι το συναισθηματικά ασυνήθιστο, προς μία διαίσθηση πέρα από το αναμενόμενο. Πίσω από τα επιφανειακά σημάδια, υπάρχουν ενδείξεις ενός πιο σύνθετου νοήματος.

Ας πάρουμε για παράδειγμα το ρυθμικό στυλιζάρισμα της Αποκαθήλωσης IV. Παρόλο που είναι όμορφα στημένη, μοιάζει με κάποιον σε στάση μετάνοιας ή προσκυνήματος. Μοιάζει επίσης με ιεροτελεστικές στάσεις του Ινδουιστή Θεού-πιθήκου Χανουμάν. Φαίνεται να ενσωματώνει μια μορφή μανιερισμού ή εκζήτησης, χωρίς όμως υπερβολική παραποίηση. Ο πίνακας γίνεται αντικείμενο στοχασμού παρά πηγή πληροφόρησης. Φαίνεται σχεδόν σαν να έχει την ιδιότητα εικόνας και να κατέχει μια επιφάνεια εικόνας που φαίνεται παλιά, λες και είναι καμένη ή σκοτεινιασμένη από τον χρόνο. Το ζεστό και σύνθετο επίχρισμα με ζεστές ανταύγειες και βερνίκι συντείνουν σ' αυτή την εντύπωση. Είναι ενδιαφέρον ότι οι φιγούρες στους πίνακες του Νικολάου δεν φαίνονται ποτέ φασματικές ή μακάβριες και υπερφυσικές αντιθέτως, είναι ιδιαίτερα φυσικές, αλλά κομψή αίσθηση του σώματος.

Ο πίνακας "Καθισμένη γυναίκα" υιοθετεί μία ασυνήθιστα πιο περίπλοκη συνθετική μηχανή με κάτι που φαίνεται να είναι δέντρο στο δεξιό φόντο. Συνήθως ο Νικολάου δεν διευκρινίζει το σκηνικό των συνθέσεών του. Οι πλείστες περιέχουν κάποια αφηρημένα αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως ψηλές κολώνες για να δημιουργήσουν κάποια εσωτερική ατμόσφαιρα. (Όλα αυτά είναι φυσικά συζητήσιμα, εκτός από τον 'Έρωτα, που φαίνεται να λαμβάνει χώρα σε ένα τεράστιο σπήλαιο, αν όχι σε ανοικτό χώρο). Το στασίδι, εκκλησιαστικό έπιπλο, χρησιμοποιείται ακόμα, αλλά το σκηνικό είναι αμυδρώς ορισμένο ή αναλυμένο• η επιφάνεια της μπογιάς είναι αντίστοιχα επιστρωμένη σαγηνευτικά. H διάθεση που διαχέει αυτός ο πίνακας είναι συλλογισμένη (αναφορά στον Στοχαστή του Ροντέν ίσως;) με μία νύξη μελαγχολίας.

Το θέμα αυτών των πινάκων εγείρει ένα αριθμό ερωτημάτων μήπως πρόκειται για αυτοβιογραφικά έργα; Οι φιγούρες του Νικολάου έχουν μία αναμένουσα ηρεμία και μια προφανή ανθεκτικότητα. Επίσης έχουν μία αντικρουόμενη τάση να φαίνονται άτονα ή ξεβαμμένα, να χαζεύουν χλωμά για κάποιο αφανέρωτο λόγο. Μήπως υπάρχει κάτι περισσότερο από μία δόση
παρακμής; H συστατική αρχή του Συμβολισμού, σύμφωνα με τον ποιητή Jean Moreas από το 1886, είναι να επενδύσει την ιδέα με αισθητική μορφή, ούτως ώστε να αναιρέσει την σύγκρουση του υλικού και του πνευματικού κόσμου. Ο Νικολάου αυτό προσπαθεί να πετύχει.

Όπως γράφει ο διακεκριμένος ζωγράφος και οραματιστής Cecil Hollins "νομίζω έφτασε η ώρα που οι άνθρωποι του κόσμου, και συγκεκριμένα οι καλλιτέχνες και οι ποιητές, Θα έπρεπε να κοιτάξουν με σκεπτικισμό τις στερεοτυπικές πραγματικότητες τον επιστήμονα και του πολιτικού." Πόσο πιο αναγκαία είναι αυτή η σκοπιά σήμερα! Καθώς η κοινωνία αλώνεται από την ιδιοτέλεια και την άγνοια, και η ωμή πραγματικότητα της καθημερινότητας μας στερείται, εκτός κι αν μεσολαβήσει η τηλεόραση ή η οθόνη του υπολογιστή, ο επιστήμονας και ο πολιτικός πρέπει να λογοδοτήσουν. Χρειαζόμαστε τους ζωγράφους και τους ποιητές μας περισσότερο από ποτέ για να αντικρούσουν την θανατηφόρα χείρα της άκρατης υλιστικής επικράτειας. Ο Hollins είπε επίσης: "τα έργα μου είναι οπτική μουσική για τα βασίλεια της φαντασίας. Κάθε ανθρώπινη ύπαρξη έχει και το μυστικό της, προσωπική ζωή—ανέγγιχτη, προστατευμένη—κερδισμένη από την συλλογική ζωή• και της οποίας κάθε δημόσια ζωή είναι εχθρός." Το ίδιο ισχύει και με το έργο του Ανδρέα Νικολάου, ο οποίος ζωγραφίζει σύγχρονες ποιητικές ιδέες και που έχουν τις ρίζες τους στην μεγάλη παράδοση της κλασσικής και Θρησκευτικής εικονογραφίας.

Andrew Lambirth
Συγγραφέας και επιμελητής πινακοθήκης
Συνεργάτης Συντάκτης του Royal Academy Magazine
Λονδίνο, Σεπτέμβρης 1999

« Κείμενα